Καμία επανάσταση ,ούτε στην τέχνη ούτε στη ζωή δεν έχει περισσότερες ελπίδες επιτυχίας από εκείνη που χρησιμοποιεί για ορμητήριο της την παράδοση. (Οδυσσέας Ελύτης)
Αυτό το μήνα θα ασχοληθώ με ένα Ελληνικό «προϊόν» προφορικής παράδοσης. το οποίο δεν έχει αυτά τα καταραμένα πνευματικά δικαιώματα ,αλλά είναι ανώνυμες δημιουργίες .Δεν είναι κτίση ενός ατόμου, αλλά έχει συλλογικό χαρακτήρα και είναι ένας τρόπος έκφρασης του λαού.
Τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν δημιουργήματα της λαϊκής ποίησης και συνδέονται με το χορό. Σε όλες τις λογοτεχνίες αναπτύσσεται πρώτα η λαϊκή ποίηση και γενικότερα ο προφορικός λόγος (τραγούδια-παροιμίεςς παραδόσεις-μύθοι-παραμύθια) ο οποίος εκφράζει την ψυχή του λαού.
Η Δημοτική ποίηση ανήκει στην προφορική λογοτεχνία. Με βάση τη μορφή του ο Νικόλαος Πολίτης κατέταξε τα δημοτικά τραγούδια α)τα καθαρώς λυρικά εκείνα δηλαδή που στον πυρήνα τους έχουν την έκφραση του συναισθήματος (χαρά-λύπη-αγάπη–μίσος-θαυμασμός) β) επικολυρικά ή διηγηματικά εκείνα δηλαδή που έχουν σκοπό να μας διηγηθούν με τρόπο ποιητικό μια παράδοση ,μια ιστορία, ένα μύθο.
Περνώντας από γενιά σε γενιά έχει διαμορφωθεί –τροποποιηθεί ή έχει προσαρμοστεί σύμφωνα με τα τοπικά χαρακτηριστικά και φυσικά τις ιστορικές συνθήκες .Εκτός από το γλέντι και τη διασκέδαση το δημοτικό τραγούδι είχε και χρηστικό, λειτουργικό, τελετουργικό χαρακτήρα .
Ο Φώτης Κόντογλου (1895-1965) συγγραφέας και ζωγράφος αφοσιωμένος στην παράδοση, γράφει για τα δημοτικά τραγούδια: «Άνθρωπος που δε νιώθει στα κατάβαθα της καρδιάς του τα λαϊκά μας τραγούδια ,δεν είναι σε θέση να νιώσει αληθινά την Επανάσταση του εικοσιένα».
Τα κλέφτικα τραγούδια εξυμνούν την ελεύθερη ζωή στα βουνά, σε αντίθεση προς τον προσκυνημένο κάμπο όπου ο χριστιανός υποφέρει από την καταπίεση των Τούρκων και τη διπροσωπία των κοτζαμπάσηδων. Περιγράφουν την ομαδική ζωή και τους γενναίους συντρόφους. Καμαρώνουν για το όπλο τους που δεν το αποχωρίζονται ούτε τη νύχτα όταν ξαποσταίνουν, πάντοτε έτοιμοι, σε κάποια σπηλιά.
Ο πιο συνηθισμένος στίχος του δημοτικού τραγουδιού είναι ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος.
Ο Θεοδώρος Μανούσης (Βιέννη 1814) είναι ο πρώτος που συγκέντρωσε τα Ελληνικά Δημοτικά τραγούδια και τα μετέφρασε ,τα έδειξε μάλιστα στον Γκαίτε προκαλώντας τον ενθουσιασμό του. Ο πρώτος όμως εκδότης ήταν ο Γάλλος ρομαντικός Κλωντ Φυριέλ ,ο οποίος τα συγκέντρωσε σε δύο τόμους το 1824-25 από υλικό που προμηθεύτηκε από τους ΄Έλληνες της Ιταλίας και των Επτανήσων.
Κλέφτικο τραγούδι
Το είδος που ερευνώ και αγαπώ ιδιαίτερα είναι το διακριτό επικό κατηγορίας δημοτικού τραγουδιού και αυτό είναι το κλέφτικο, που πήρε την ονομασία από τους στίχους . Ξεκίνησαν να γράφονται και να τραγουδιούνται μετά τον 16ο αιώνα, και στο οποίο φαίνεται και η επαναστατική δράση των κλεφτών και των αρματολών .Κατορθώματα ,ηρωικές μάχες ένδοξος θάνατος που αναφέρονται πολλές φορές και σε πραγματικά γεγονότα .
«Ο πλούσιος έχει τα φλωριά ,έχει ο φτωχός τα γλέντια ,άλλοι παινάνε τον πασά και άλλοι τον βεζύρη ,μα εγώ παινάω το σπαθί το τουρκωματωμένο ,το χει καμάρι η λεβεντιά,κι ο κλέφτης περηφάνεια» Ταξικές αντιθέσεις και προσκυνημένοι, λεβέντες και παλληκάρια σε ένα τετράστιχο που περικλείει θεωρώ συνοπτικά την πορεία την Ελληνική μετά την πτώση του Βυζαντίου εως και σήμερα. Ίσως ο μεγαλύτερος έλληνας ποιητής ο Διονύσιος Σολωμός ασχολήθηκε και το αξιοποίησε στην ποίηση του το δημοτικό τραγούδι.
Θα κλείσω αυτή την ενότητα γιατί και ο χώρος στην εφημερίδα είναι περιορισμένος ,με κάποιους χαρακτηριστικούς στίχους κλεφτικού τραγουδιού.
«ραγιά καημένε μου ραγιά για σήκω το κεφάλι, τη δόξα που `χες μια φορά απόκτησε την πάλι»
«Μια κόρη μια ξανθή κόρη,ξανθά και μαυρομάτα τον άντρα της παράτησε,Τούρκον άντρα πήρε κι ο άντρα της παντρεύτηκε κι άλλη γυναίκα πήρε…»
«μαύρη μωρέ πικρή είναι η ζωή που κάνουμε εμείς οι μαύροι κλέφτες ,εμείς οι μαύροι κλέφτες…»
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΥΚΕ ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΙΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΝΤΥΠΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ
” ΑΚΑΡΝΑΝΙΚΑ ΝΕΑ”