Οι πρόσφατες εξελίξεις στην ελληνική εκπαίδευση, με αφορμή τις προτεινόμενες συγχωνεύσεις σχολικών τμημάτων, έχουν προκαλέσει ανησυχία και αντιδράσεις από την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς. Οι συγχωνεύσεις, που προωθούνται από το Υπουργείο Παιδείας, αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας εξοικονόμησης πόρων, αλλά έχουν εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την ποιότητα της εκπαίδευσης και τα δικαιώματα των μαθητών.
Η ανακοίνωση των νέων εγκυκλίων του Υπουργείου Παιδείας τον Ιούλιο του 2024, που αφορούν τη μείωση των σχολικών τμημάτων, προκάλεσε κύμα αντιδράσεων. Οι Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, υπό την πίεση των εγκυκλίων και προφορικών οδηγιών, καλούνται να μειώσουν τον αριθμό των τμημάτων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές ανάγκες των μαθητών ή οι γνωματεύσεις από φορείς όπως το ΚΕΔΑΣΥ.
Οι αλλαγές αυτές αναμένεται να επηρεάσουν δεκάδες σχολικά τμήματα σε όλη την Κρήτη, Ήπειρο, Ιόνια Νησιά, ενώ παρόμοιες εξελίξεις προβλέπονται και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Η βασική ανησυχία που εκφράζουν οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς αφορά την πιθανή υποβάθμιση της εκπαίδευσης, με την αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα, αλλά και τη μείωση των θέσεων εργασίας των εκπαιδευτικών.
Επιπλέον, η συγκρότηση τμημάτων με 25 ή περισσότερους μαθητές, ειδικά σε τάξεις όπου φοιτούν παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, δημιουργεί προβλήματα όχι μόνο παιδαγωγικά αλλά και κοινωνικά. Τα παιδιά αυτά μπορεί να στερηθούν την απαραίτητη εξατομικευμένη στήριξη, ενώ οι εκπαιδευτικοί θα βρεθούν αντιμέτωποι με την πρόκληση της διαχείρισης υπερπλήρων τάξεων.
Οι γονείς, σε πολλές περιπτώσεις, έχουν αντιδράσει έντονα, καθώς βλέπουν το δικαίωμα των παιδιών τους να φοιτούν στο σχολείο της γειτονιάς τους να αμφισβητείται. Οι προτάσεις για μετακίνηση μαθητών σε άλλα σχολεία προκαλούν επιπλέον δυσκολίες στις οικογένειες, που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν προβλήματα μεταφοράς και προσαρμογής των παιδιών τους σε νέα σχολικά περιβάλλοντα.
Στην Κρήτη, οι αντιδράσεις ήταν έντονες, με εκπαιδευτικούς και γονείς να συμμετέχουν σε παραστάσεις διαμαρτυρίας και να καλούν σε μαζικές κινητοποιήσεις. Στα Χανιά, για παράδειγμα, η Ένωση Γονέων και Κηδεμόνων, μαζί με φορείς και σωματεία της πόλης, οργανώνουν δράσεις για να αποτρέψουν τις συγχωνεύσεις. Οι γονείς τονίζουν ότι οι συγχωνεύσεις αυτές αντιβαίνουν στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών, ιδίως εκείνων με μαθησιακές δυσκολίες.
Οι συγχωνεύσεις δεν αφορούν μόνο την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση αλλά και τα Γυμνάσια και τα Λύκεια, όπου επιχειρείται η συγκρότηση τμημάτων με τον μέγιστο αριθμό μαθητών. Οι εκπαιδευτικοί υποστηρίζουν ότι οι τάξεις με 27-28 μαθητές είναι αντιπαιδαγωγικές και δυσχεραίνουν το έργο τους, ιδίως σε περιπτώσεις όπου οι μαθητές προετοιμάζονται για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις.
Στην Ήπειρο, επίσης, υπήρξαν έντονες αντιδράσεις, με την Ομοσπονδία Γονέων και Κηδεμόνων να οργανώνει διαμαρτυρίες και να εκφράζει την αντίθεσή της στις συγχωνεύσεις, τονίζοντας ότι αυτές αποσκοπούν στη μείωση των εκπαιδευτικών δαπανών σε βάρος της ποιότητας της εκπαίδευσης.
Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί επισημαίνουν ότι οι συγχωνεύσεις θα οδηγήσουν σε υποβάθμιση της εργασίας τους, καθώς μειώνονται οι οργανικές θέσεις και οι ίδιοι αναγκάζονται να διδάσκουν σε περισσότερα σχολεία για να συμπληρώσουν το ωράριό τους. Επιπλέον, δημιουργείται ανησυχία για τη χρήση ακατάλληλων αιθουσών, σε περίπτωση που κάποια σχολεία δεν διαθέτουν επαρκείς χώρους για τα νέα πολυπληθή τμήματα.
Η κατάσταση έχει προκαλέσει ανησυχία και αναστάτωση σε όλη τη χώρα, με πολλούς να εκφράζουν φόβους για την κατεύθυνση που παίρνει η ελληνική εκπαίδευση. Οι συγχωνεύσεις, αν και αποσκοπούν στην εξοικονόμηση πόρων, μπορεί να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, κάτι που έχει αναγνωριστεί από γονείς, εκπαιδευτικούς και άλλους φορείς.
Σε μια περίοδο όπου η εκπαίδευση αντιμετωπίζει ήδη πολλές προκλήσεις, οι συγχωνεύσεις τμημάτων ενδέχεται να επιδεινώσουν τα υπάρχοντα προβλήματα, θέτοντας σε κίνδυνο τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών και την επαγγελματική σταθερότητα των εκπαιδευτικών. Είναι αναγκαίο να γίνει ένας ουσιαστικός διάλογος για τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων και να αναζητηθούν λύσεις που θα διασφαλίζουν την ποιοτική εκπαίδευση για όλους.
Οι επιπτώσεις στην παιδεία από τις προτεινόμενες συγχωνεύσεις σχολικών τμημάτων είναι πολλαπλές και επηρεάζουν τόσο τους μαθητές όσο και τους εκπαιδευτικούς.
- Υποβάθμιση της Εκπαιδευτικής Ποιότητας: Η αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη μπορεί να οδηγήσει σε δυσκολίες στην εξατομικευμένη διδασκαλία, ιδιαίτερα για τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Οι δάσκαλοι και καθηγητές δυσκολεύονται να προσφέρουν την απαραίτητη προσοχή σε κάθε μαθητή, κάτι που μπορεί να επιφέρει κενά στη μάθηση.
- Κοινωνικές και Συναισθηματικές Προκλήσεις: Η υποχρεωτική μετακίνηση μαθητών σε άλλα σχολεία μπορεί να διαταράξει τη συνέχεια της εκπαίδευσής τους και να επηρεάσει αρνητικά την προσαρμογή τους στο σχολικό περιβάλλον. Η απώλεια της αίσθησης του “σχολείου της γειτονιάς” μπορεί να αυξήσει το άγχος και την ανασφάλεια στους μαθητές.
- Μείωση Θέσεων Εργασίας: Οι συγχωνεύσεις τμημάτων συνεπάγονται και μείωση των θέσεων εργασίας για τους εκπαιδευτικούς, καθώς λιγότεροι δάσκαλοι και καθηγητές θα χρειάζονται για να διδάξουν μεγαλύτερα τμήματα. Αυτό όχι μόνο πλήττει την επαγγελματική σταθερότητα των εκπαιδευτικών αλλά μπορεί επίσης να μειώσει το κίνητρο και την ποιότητα της διδασκαλίας.
- Ανεπάρκεια Υποδομών: Σε πολλά σχολεία, οι αίθουσες διδασκαλίας δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένες για να φιλοξενήσουν μεγάλους αριθμούς μαθητών. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ακατάλληλες συνθήκες μάθησης, επηρεάζοντας αρνητικά την εκπαιδευτική εμπειρία.
- Πλήγμα στην Κοινωνική Δικαιοσύνη: Οι μαθητές από ευάλωτες οικογένειες ή με ειδικές ανάγκες είναι πιθανόν να επηρεαστούν περισσότερο από αυτές τις αλλαγές, αυξάνοντας τις εκπαιδευτικές ανισότητες και υπονομεύοντας την ίση πρόσβαση στην ποιοτική εκπαίδευση.